δόνα

δόνα
η
τιμητική προσφώνηση κάθε γυναίκας υψηλής κοινωνικής τάξεως στην Ισπανία, δέσποινα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (ισπ.) dōna < λατ. domina «κυρία»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ἁδονά — ἁ̱δονά̱ , ἡδονή enjoyment fem nom/voc/acc dual (doric) ἁ̱δονά̱ , ἡδονή enjoyment fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δον — Ονομασία ποταμών της Ευρώπης. Βλ. λ. Ντον. * * * και δομ (θηλ. δόνα) 1. τιμητικός τίτλος που αρχικά αποδιδόταν σε πάπες και αργότερα στους κληρικούς ή μοναχούς τής καθολικής Εκκλησίας 2. τίτλος ηγεμόνων και αριστοκρατών που αργότερα καθιερώθηκε… …   Dictionary of Greek

  • ντόνα — η η δόνα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ισπ. dona < λατ. domina «κυρία»] …   Dictionary of Greek

  • Ανώνυμος ο Έλλην — Ψευδώνυμο του συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας. Πολλές εικασίες έχουν γίνει για το αληθινό όνομα του συγγραφέα. Ο Ν. Τωμαδάκης, για παράδειγμα, θεωρεί συγγραφέα του τον Σπάχο, ο Γ. Βαλέτας τον Πασχάλη Δονά και άλλοι τον Ιωάννη Κωλέττη …   Dictionary of Greek

  • Γκόγια ι Λουθιέντες, Φρανθίσκο — (Francisco Goya y Lucientes, Φουεντετόδος, Αραγονία 1746 – Μπορντό 1828).Ισπανός ζωγράφος και χαράκτης. Τέταρτο παιδί του επιχρυσωτή Χοσέ και της Γκραθία Λουθιέντες, φοίτησε στο Κολέγιο του Τάγματος των Ευαγών Σχολών στη Σαραγόσα, όπου αργότερα… …   Dictionary of Greek

  • Ελληνική Νομαρχία — Τίτλος του ωριμότερου, ίσως, πολιτικού δοκιμίου που προσέφερε ο ελληνικός Διαφωτισμός. Εκδόθηκε ανώνυμα το 1806, σε κάποια πόλη της Ιταλίας ή στο Άμστερνταμ. Ο πλήρης τίτλος του, ενδεικτικός του περιεχομένου και του ύφους του βιβλίου, είναι ο… …   Dictionary of Greek

  • Κολόμβος, Χριστόφορος — (Cristoforo Colombo, Γένοβα 1451 – Βαγιαδολίδ 1506). Ιταλός θαλασσοπόρος που ανακάλυψε την αμερικανική ήπειρο. Οι πληροφορίες για τη νεανική του ηλικία είναι ασαφείς. Φαίνεται ότι έως τα 22 του χρόνια είχε ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του …   Dictionary of Greek

  • Σίντ — (Cid, ισπανική προφορά Θιδ· το πραγματικό του όνομα είναι Ruy Diaz de Vivar). Ισπανός ιππότης (Βιβάρ ή Μπούργκος, περίπου 1030 Βαλένθια 1099), μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της Reconquista (της «ανάκτησης» της Ισπανίας, που την κατείχαν …   Dictionary of Greek

  • Τερσέιρα, Αντώνιος - Ιωσήφ ντε Σούζα, δούκας της- — (Terceira, 1792 – 1860). Πορτογάλος στρατηγός και πολιτικός. Κατά τους ναπολεόντειους πολέμους πήρε μέρος ως αξιωματικός του επιτελείου. Το 1826 διορίστηκε από την αντιβασίλισσα δόνα Ισαβέλα αρχηγός των κατά των οπαδών του δον Μιγκέλ δυνάμεων.… …   Dictionary of Greek

  • Φιλιππίνες — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία των Φιλιππινών Συντομευμένη ονομασία: Φιλιππίνες Εκταση: 300.000 τ.χλμ. Πληθυσμός: 84.525.639 (2002) Πρωτεύουσα: ΜανίλαΚράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Βρίσκεται ανατολικά του Βιετνάμ και βρέχεται από τη νότια Σινική …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”